ἀπαρτιζομένῃ

ἀπαρτιζομένῃ
ἀπαρτίζω
make even
pres part mp fem dat sg (attic epic ionic)
ἀπαρτίζω
make even
pres part mp fem dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀπαρτιζομένη — ἀπαρτίζω make even pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) ἀπαρτίζω make even pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λέξη — η (AM λέξις) 1. το μικρότερο στοιχείο τού προφορικού ή γραπτού λόγου με το οποίο εκφράζεται μια έννοια ή μια σχέση και το οποίο είναι φθόγγος ή αυτοτελές σύνολο φθόγγων (α. «άκλιτη λέξη» β. «μονοσύλλαβη λέξη» γ. «ἡ γὰρ λέξις αὕτη τοῡτο σημαίνει… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Λούβρο — I (Louvre). Ανακτορικό συγκρότημα στο Παρίσι, καθώς και ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου. Η ιστορία του Λ. ξεκινά το 1190, όταν ο Φίλιππος Αύγουστος έχτισε ένα οχυρό, το οποίο ο βασιλιάς Κάρολος Ε’ (1364 80) μετέτρεψε κατά ένα μέρος σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”